Εδώ πέρα κι αντίπερα
Αχ! εδώ πέρα κι αντίπερα,
στου Μαυριανού τ’ αλώνια
Αχ! εκεί οι δώδεκα λιχνούν, οι δέκα συνεμπάζουν
Αχ! και μια μικρή μελαχρινή τ’ αλώνι εφροκάλει
Αχ! η μάνα της τήνε λαλεί, η μάνα της τής λέγει :
«Έβγα κόρ’ απ’ το κουρνιαχτό,
έβγα κι από τον ήλιο»
«Εγώ τον ήλιο θέλω τον, το κουρνιαχτό ‘γαπώ τον
Μάνα μ’ τον πρώτο λιχνιστή,
Άντρα να μού τον δώσεις»
«Κόρη μ’ ο πρώτος λιχνιστής
πολλά προυκιά γυρεύει
Γυρεύει τ’ άστρι πρόβατα και το φεγγάρι γίδια
Γυρεύει τον αυγερινό μαντρί να τα μαντρίζει»