Πέρα στον πέρα μαχαλά
Πέρα στον πέρα μαχαλά κάται η Βλάχα η κυαρά,
είχε δούλες έξ’ εφτά, είχε και δούλους δώδεκα.
Τις τέσσερες τις θέλ’ αφέντης στη δουλειά
κι οι τρεις ‘πομίσκουν χουσμέτι στην κυαρά.
-Εσύ, ξένε μ’, αν είχες γρόσια και φλουριά
δεν έντρεχες νά-γ-είσαι σκλάβος στα χωριά.
-Εγώ κι’ αν είμαι ξένος, κι’ αν είμαι μακρυνός
δεν έντρεχα να είμαι σκλάβος στο χωριό.