Ο σεβντάς
Αχ μωρέ σεβντά, αχ καρασεβντά,
πως μ’ έχεις καταντήσει το μαύρο,
αχ πως μ’ έχεις καταντήσει.
Αχ εικοσιδυό χρονών παιδί
στα μαύρα μ’ εχεις ντύσει το μαύρο
αχ στα μαύρα μ’ εχεις ντύσει.
Ωρε σεβντάδες ηταν δώδεκα,
ήταν κι ενας περίσιος το μαύρο
αχ ηταν κι ένας περίσιος.
Αχ από σεβντά δεν ήξερα,
δεν ήμουν μαθημένο το μαύρο
δεν ήμουν μαθημένο.
Ωρε και τώρα που αγάπησα,
βρέθηκα μπερδεμένο το μαύρο
αχ βρέθηκα μπερδεμένο.
Αχ σεβντά μου αχ σεβντά μου,
δεν σε χόρτασε η καρδιά μου.
Τον σεβντά μου ν’ αποκτήσεις
και ζουρλή να καταντήσεις.