Κωσταντή, βρε Κωσταντη,
Κουσταντή, βρε Κουσταντη, Κουσταντή,
καλό παιδί, (δις)
πέρνα να περάσουμι,
πέρνα να, βρε, πέρνα να,
πέρνα να περάσουμι (δις)
δω στουν πέρα μαχαλά
και στην κάτου γειτονία.
Άρισες δεν άρισα,
ένα δέντρου άρισα,
ρίζουντας ποτίζοντας
κι απ’ του πυκνοπότισμα
του δαχτυλίδι μ’ έχασα
την πρώτη αρραβώνα μου.
‘Όποιος τη βρη ας την χαρή
ως την απάν’ την Κυριακή,
θα ρθουν τα καραβάκια μας
μι τα παλληκαράκια μας.