Ερωτόκριτος (Μέρος πρώτο στ. 629-632, 641-643)
Επλήθαινεν η παίδα* τση κι η πείραξή* τση η τόση,
κι ήπασκεν* όσο το μπορεί την παίδα ν’ αλαφρώσει,
να συνηφέρει ο λογισμός οπού τηνε πειράζει,
να δροσερέψει την καρδιά που σαν καμίνι βράζει.
Πάντα ‘ναι ο νους τση στα βαθιά, πάντα στα μπερδεμένα,
και πάντα στα θολά νερά και εις τ’ ανεκατωμένα,
το λαγουτάρη ανεζητά, του τραγουδιού θυμάται,
κι επλήθαινεν η παίδα τζη.