Αφήνω γεια τις όμορφες
Αφήνω γεια τις όμορφες
και γεια τις μαυρομάτες
εγώ παώ στα Γιάννενα
στου Μπέη τα σαράια.
Βρίσκω τον Μπέη που λούζονταν
σε μια χρυσή λυγένη
καλή μερά σου Μπέη μου
καλώς τη βλάχα που ‘ρθε.
Εγώ είμ’ η βλάχα η έμορφη
η βλάχα η ξακουσμένη
πο’ χω τα χίλια πρόβατα
τα τρεις χιλιάδες γίδια.
Λύκος να φάει τα πρόβατα
και σκάρκαλος τα γίδια
να μείνει η βλάχα η έμορφη.
Στο ’να βουνό τα πρόβατα
στ’ άλλο βουνό τα γίδια
κι ανάμεσα στα δυο βουνά
ρόδοι και μύλοι αλέθουν.
Τα έξι αλέθουν με νερό
τα έξι με το γάλα
κι απ’ τον αφρό του γάλατος
οι βλαχοπούλες πλένουν.
Η μια πλένει τους άρρωστους
κι η άλλη τους λαβωμένους
κι η τρίτη η καλύτερη
τους αρραβωνιασμένους.
Εγώ είμαι η βλάχα η έμορφη.