Από ξένο μέρος κι’ από μακρυνό
Από ξένο μέρος κι’ από μακρυνό
ήρθ’ ενα κορίτσι δώδεκα χρονώ.
Με τις μαργιολές μου το μαργιόλεψα
και στα γόνατα μου το έκαθησα.
Πιάνω ξεκουμπώνω τα’ αργυρά κουμπιά,
βλέπω τις ελίτσες πόχει στα λαιμά.
-Δε με τις δανείζεις, δε με τις πουλείς
μόνε με τις δείχνεις και με τυραννείς ;
-Δε σε τις δανείζω, δε σε τις πουλώ,
μόνο σε τες δείχνω και σε τυραννώ.